answersLogoWhite

0


Best Answer

divided

EN

The word "atom" comes from the two Greek affixes, a-tom; "a" is the privative affix meaning deprivation; "tom" comes from the Greek "temno" (τέμνω) meaning "slit", "slash", "cut". Therefore, atom means the "non-slit" (further).

Another example for the affix "tom" is the Greek word "tomos" (τόμος) which also comes from the aforementioned affix "tom" and means "volume" (of a book) exactly because the volume of a book is slit in its pages.

GR

Η λέξη προέρχεται από τα δύο Ελληνικά προσφύματα, α-τομο· "α" είναι το στερητικό πρόσφυμα που σημαίνει στέρηση· "τομο" προέρχεται από το Ελληνικό "τέμνω" που σημαίνει "σχίζω", "κόβω", "διαιρώ". Επομένως, άτομο σημαίνει το "μη-τεμνόμενο" (άλλο, περισσότερο).

Ένα άλλο παράδειγμα για το πρόσφυμα "τομο" είναι η Ελληνική λέξη "τόμος" που επίσης προέρχεται από το προαναφερθέν πρόσφυμα "τομο" και σημαίνει "τόμος" (βιβλίου) ακριβώς επειδή ο τόμος ενός βιβλίου έχει στις σχισμές τών σελίδων του.

User Avatar

Wiki User

10y ago
This answer is:
User Avatar
More answers
User Avatar

Wiki User

10y ago

Found this:

The name atom comes from the Greek ἄτομος (atomos, = "indivisible")

from one prefix:

  • ἄ- or ἀ- (a-, = "not")

and one verb:

  • τέμνω (temnō, = "I cut")

which means uncuttable, or indivisible, something that cannot be divided further

(I can not cut).

EN

The word "atom" comes from the two Greek affixes, a-tom; "a" is the privative affix meaning deprivation; "tom" comes from the Greek "temno" (τέμνω) meaning "slit", "slash", "cut". Therefore, atom means the "non-slit" (further).

Another example for the affix "tom" is the Greek word "tomos" (τόμος) which also comes from the aforementioned affix "tom" and means "volume" (of a book) exactly because the volume of a book is slit in its pages.

GR

Η λέξη προέρχεται από τα δύο Ελληνικά προσφύματα, α-τομο· "α" είναι το στερητικό πρόσφυμα που σημαίνει στέρηση· "τομο" προέρχεται από το Ελληνικό "τέμνω" που σημαίνει "σχίζω", "κόβω", "διαιρώ". Επομένως, άτομο σημαίνει το "μη-τεμνόμενο" (άλλο, περισσότερο).

Ένα άλλο παράδειγμα για το πρόσφυμα "τομο" είναι η Ελληνική λέξη "τόμος" που επίσης προέρχεται από το προαναφερθέν πρόσφυμα "τομο" και σημαίνει "τόμος" (βιβλίου) ακριβώς επειδή ο τόμος ενός βιβλίου έχει στις σχισμές τών σελίδων του.

This answer is:
User Avatar

User Avatar

Wiki User

13y ago

The name atom comes from the Greek "ἄτομος"-átomos (from α-, "un-" + τέμνω - temno, "to cut"), which means uncuttable, or indivisible, something that cannot be divided further.

This answer is:
User Avatar

User Avatar

Wiki User

12y ago

It comes from ἄτομος (atomos)

It means 'indivisible' or 'uncuttable'. Basically, it means something which cannot be divided any smaller.

This answer is:
User Avatar

User Avatar

Wiki User

14y ago

The Greek word atomos means uncut.

This answer is:
User Avatar

User Avatar

Wiki User

8y ago

The smallest part of a chemical element that can exist

This answer is:
User Avatar

User Avatar

Wiki User

15y ago

Atom means ""A= not + "tom" =divisible=cutable.

This answer is:
User Avatar

User Avatar

Wiki User

16y ago

the word "atoma" means "undivideable"

This answer is:
User Avatar

Add your answer:

Earn +20 pts
Q: What does the Greek word 'atoma' mean?
Write your answer...
Submit
Still have questions?
magnify glass
imp